Content

Κυριακή, Οκτωβρίου 26, 2014

Εσύ που ήσουν;

Συλλαβίζω ένα-ένα τα γεγονότα, τα φτύνω ξανά επάνω στο τραπέζι και προσπαθώ να φτιάξω τη σύνθεση. Το πλάνο μιας σάρκας που γεννοβολά καψούρα και μένει απαγαδιασμένο σακί με σοφία και πίκρα.
Κανονικά το στόρυ θα έπρεπε να λήξει εδώ. Αλλά δεν υπάρχει το κανονικά, κουκλίτσα μου, και οι τεχνικολόρ συμβουλές  του ίντερνετ και τα αρχειοθετημένα ράφια του κοσμοπόλιταν, επιβεβαιώνουν το πασηφανές. Πρέπει όλα να τα αγνοείς γιατί οι πεπατημένες των άλλων δεν πηγάζουν πότε από μεσα σου. Ούτε καν από αταβισμό και γονιδιακή κληρονομιά. 
Σε ήθελα. Tέτοιο πόθο δεν ξαναείχα για άλλον. Κάθε φιλί σου ήταν και μια νίκη. Ένα εκατομμύριο παράγοντες κι εκεί που η δικιά μου  λογική έβαζε φρένο - οι πράξεις που θεωρούσα βουνά μείζωνος σημασίας -, για σένα ήταν απλά μια ενόχληση στο υπογάστριο. Τούμπαλιν, τα αυτονόητα για μένα, στο στόμα σου έπαιρναν μια τρομαχτική, αλλοιωμένη διάσταση. Σα να 'χα παντρευτεί την ασάφεια. 


Διέλυσα λοιπόν το σύννεφο σκόνης, τακτοποίησα τη σχέση μας σε κουτάκι για να νοιώσω ασφαλής με τη σειρά μου, δεν εκσφενδόνισα ούτε ένα παράπονο, φόρεσα καπέλο την περηφάνια μου και βγήκα. Το μυαλό μου μια σούπα απόρριψης κι εσύ να στάζεις οργή γιατί δε δέχτηκα να χωρέσω στο δικό σου μαζικό και πολυσυλλεκτικό κολάζ ανθρώπων. 

Κάθε αποχαιρετισμός μας ήταν κι ένας χωρισμός. Φιλιά στο μπράτσο, κινηματογραφικοί αναστεναγμοί στο αμάξι, η τραμπάλα του μυαλού σου μυρμήγκιαζε το σώμα μου.  Είχες πάλη μέσα σου. Πάλη για το αν θα σε καταβάλλει το πάθος ή η λογική. Γιατί αρχικά το μεταξύ μας σου φαινότανε τόσο, μα τόσο λάθος. Με απέφευγες. Ενώ με ήθελες και ένα κύμα καύλας σου έβγαινε, δεν ήθελες να αποταμιεύσεις συναίσθημα για μας. Ύστερα οχυρώθηκες πίσω από τη φυγή σου. Η τέλεια δικαιολογία. Αλλά έμπαινα σφίνα στο όνειρο της φυγής. Ενοχλητική παρουσία στη σκέψη σου. Δεν με ήθελες αλλά ένοιωσες κάτι να υπήρχε και δεν ήξερες πώς να παίξεις μαζί του. Ένα παιχνίδι δίχως οδηγίες χρήσης. Να σε αφήνει απροστάτευτο μακριά από το σελοφάν κόσμο της χαλαρότητας που ζούσες καιρό τώρα. Σ' έστελνε ο μεταξύ μας γρίφος ξανά στο δρόμο. Να σε μαζεψει η σκόνη του και κάτω από τη γλώσσα τα χαλίκια. Για να ξαναμάθεις το αλφάβητο. Και δεν το ήθελες αλλά η ανασφάλεια σ' ιντρίγκαρε!

Κράταγες το παιχνίδι στο μεταίχμιο. Ούτε έδενες ούτε έλυνες τα σχοινιά. Μ' έβαλες στην τσέπη και προχωρούσες αμέριμνος. Αλλά κάποια στιγμή, καλέ μου, και η άνω τελεία υπακούει στους νόμους της βαρύτητας. Μια κόκκινη σειρήνα άρχισε να ουρλιάζει κι απ' τα ηχεία μια φωνή να σε φέρνει αντιμέτωπο με το δίλλημα. Η εντροπία του σώματός σου αυξημένη. Οι ζεν, χαλαροί παλμοί σου πιάσαν τα τύμπανα. Ήθελες να εκσφενδονίσεις αυτό το παιχνίδι, να γίνει χίλιες βίδες, να εξαϋλωθεί. Να μην είχε υπάρξει ποτέ. Κι έτσι μίλαγες θυμωμένα, απότομα, υποτιμητικά, ήθελες να βγεις αθώος. Παρέβλεπες τα λόγια μου, μιαν αναγνώριση ακόμα και των δικών μου συναισθημάτων θα σε γέμιζε ενοχές, ναι ναι καλύτερα να μην ξέρεις. Συναισθηματικά παράλυτος. Ένας Πόντιος Πιλάτος.  

Στο τέλος η ανικανότητά σου να λύσεις το γρίφο ήταν που σε τσίμπαγε. Δεν ήθελες να αποδεχτείς οτι εσύ δεν μπόρεσες να τα καταφέρεις. Γι' αυτό ξεκινησες τα παζάρια: Λίγο - λίγο, όποτε θα μπορείς μέσα στα πηγμένα χρονοδιαγράμματά σου, να πιάνεις αυτόν το κύβο του Ρούμπικ στα χέρια σου, συγχρόνως όμως να μην πιέζεσαι για να τον λύσεις. Deadlines ακυρωμένα. Μια πίστωση χρόνου χωρίς κανένα περιορισμό και οι ευθύνες άστεγα μωρά. Κι όσο αρνιόμουν αυτές τις συνθήκες, τόσο άφριζες. Ο έρωτάς μου, μια ενοχλητική λεπτομέρεια. 

Δίπλωσα πολύ τα μέσα μου για να σε καταλάβω. Το εγώ μου έσπασε πολλές φορές και οι χιλιάδες οπτικές έστηναν ψυχεδελικό πάρτυ. Ίσως να ήθελες μια εκκρεμότητα για να νοιώθεις οτι το κάτι άλλο είναι που δίνει αξία στη καθημερινότητα σου σαν μια παράμετρο, μια μεταβλητή που θα πολλαπλασίαζε την εγγύητητα της σχέσης σου με τους υπολοίπους, πλιν εμού. Ίσως να ήθελες να είμαι μια κουκκίδα διαφορετικότητας στη κενοδοξία των απρόσωπων, κλειστοφοβικών επαφών σου και ταυτόχρονα η προβολή τους.
Η φωτογραφία μου
Επέλεξα επίτηδες την οδό Μαυροματαίων, για να ξορκίζω την έκφραση "μαύρα μάτια κάναμε να σε δούμε"... Γ.Ξανθούλης
"ο σουρεαλισμός αποδεικνύει ότι το υπερπραγματικό είναι η ίδια η ανυπότακτη πραγματικότητα απαλλαγμένη από το κοινότοπο."
Μαλβίνα Κάραλη
____________________

"Μασάω λαίμαργα το καιρό
κι όλο σε περιμένω"

Γιάννης Κοντός

στο ψάξιμο

"Νύχτωσε πάλι
Η μέρα που ήταν να 'ρθει σήμερα τι απέγινε;"

Γιάννης Αγγελάκας
____________________

"Έχω ζήσει τόση πολύ βουβαμάρα εδώ μέσα, που για μένα τα γράμματα παίζανε το ρόλο συζήτησης. Μετά κατάφερα να κουβεντιάζω ολομόναχη."
Ιωάννα Καρυστιάνη
"Κανείς να μη μάθει πώς ζήσαμε,
κανείς να μην ξέρει από πού ερχόμαστε και, προπαντός,
κανείς να μη μάθει ποτέ πώς πεθάναμε."

Γιώργος Χειμωνάς
____________________

"Είναι η περίληψη
των σιωπών μου που εκρήγνυται και φέγγω ολόκληρη
όταν λυπάμαι"

Στέλλα Βλαχογιάννη
____________________

"Η οικογένειά μας έπασχε
από μιαν ανίατη ασθένεια:τις αναμνήσεις"

Μάνος Ελευθερίου

όλο το σώμα μου συρτάρια

"Ζήσαμε πάντοτε αλλού και μόνον όταν κάποιος μας αγαπήσει
ερχόμαστε για λίγο."

Τάσος Λειβαδίτης
____________________

"πιάνομαι γερά από
τον τρόπο μου που έχω να σαρώνομαι"

Κική Δημουλά
____________________

"Κάθε φορά που σώζεται κάποιος συναντάει το παιδικό εαυτό του με τρύπες σ' ολόκληρο
το σώμα"

Χρήστος Βακαλόπουλος




followers