Νοιώθω σα να 'χω χάσει τον εαυτό μου. Μετρώ τις μοίρες που κινείται ο καρπός μου και πίξελ στάζουν σαν ιδρώτας. Εξαϋλώνομαι ψηφιακά. Σε λίγο edit και replace από κάποιον άλλον.
Παρατηρώ δουλειές γραφιστών και το θηρίο ανεβαίνει ώς το φάρυγγα. Θα τα καταφέρω κι εγώ;, αναρωτιέμαι ανίκανη ούτε για να κοπιάρω. Ρίχνω μπουνιές μέσα από τις τσέπες μου.
Κινούμαι σε έναν ανεμοστρόβιλο άγχους, αγωνίας προσλήψεων κι απολύσεων, τσιγάρων, ξενυχτιών και ατελέσφορης προσμονής. Πάντα βγαίνω νοκ-άουτ λες και κυνηγάω χίμαιρες και η αλήθεια να σφηνώνεται στο στέρνο.
Κάποιες στιγμές αποτραβιέμαι από τούτη την τρέλλα και ψάχνω τί να διορθώσω. Μετά πάλι κάτι με σπρώχνει να πέσω στο πηγάδι τσιρίζοντας. Ή αλλιώς: “Δεν χωράς πουθενά”. Σαν κάποιος να έχει ανοίξει την σκούπα και να ρουφά με ορμή ό,τι βρεθεί.
Εμάς, τις καρέκλες, την τηλεόραση στο σαλόνι, τα χαλιά, τα δάπεδα, τις αφίσες στον τοίχο.
Λαίλαπα εποχής.
Ελληνικής εποχής.
0 σπόροι:
Δημοσίευση σχολίου