Τα μεσημέρια, στις παραλίες πόζαραν γυμνόστηθες και ξεροψημένοι Ιρλανδοι. Και όλοι φαίνονταν τόσο, μα τόσο ίδιοι. Άραγες ξεχωρίζει ο ένας τον άλλον; Μπλε μάτια για τα κορίτσια και κοιλιακοί σαν καλοριφέρ για τα αγόρια. Ενώ στα αυτιά μας κουνιότανε η Σακίρα και στις τηλεοράσεις επιθεωρήσεις με τον Ψάλτη και εκρήξεις στη Βυρητό.
Τη μέρα, η Χώρα αποκτούσε την ομορφάδα που το βράδυ της ξέσκιζαν. Η θέα στο Moonlight και το Old Byron του Mark ξεπλήρωσε την φημισμένη γοητεία της Νήσου. Ζούλα στη ζούλα πέταξα όλα τ' άχρηστα απ' το κεφάλι. Πέταξα κι εσένα που τόσα χρόνια στοίχειωσες μέσα μου.
Και είναι ευλογία κι αστρόσκονη να αντέχει η παρέα στη σιωπή.
Στο κατάστρωμα μυρωδιά τσιγάρου, αλμύρα στα μαλλιά κι
...εμείς γίνηκαμε από κείνα τ' αγέρωχα βαπόρια που κόβουν τα κύματα.
2 σπόροι:
at: Πέμπτη, Ιουλίου 20, 2006 6:45:00 μ.μ. είπε...
Ιος;
at: Παρασκευή, Ιουλίου 21, 2006 10:28:00 π.μ. είπε...
ναι...
Δημοσίευση σχολίου